Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Αφιέρωμα : Saturday Night Fever

Saturday Night Fever

‘’Where do you go when the record is over…’’




Πυρετός το Σαββατόβραδο.. Μια από τις πιο γνωστές μουσικοχορευτικές ταινίες μιας άλλης εποχής. Γυρισμένη το 1977 από τον σκηνοθέτη John Badham, η ταινία είναι βασισμένη σε ένα άρθρο του Nik Cohn, το οποίο όπως παραδέχτηκε ο ίδιος αργότερα, ήταν αποκύημα της φαντασίας του. Το θέμα δεν είναι αν πριν από την δημοσίευση του άρθρου οι ντισκοτέκ στην Νέα Υόρκη ή οπουδήποτε αλλού ήταν γεμάτες νέους που ήθελαν να γευτούν τη ζωή και τον έρωτα. 
Είναι γεγονός πως η νεολαία ξεχύθηκε στις πίστες μετά την προβολή της ταινίας, αφού η επιτυχία της βοήθησε να γίνει η ντίσκο το πιο διαδεδομένο είδος μουσικής στο τέλος της δεκαετίας του 1970. Η ιστορία έχει ως πρωταγωνιστή έναν ανώριμο έφηβο που τα Σαββατοκύριακα του επισκέπτεται μια ντισκοτέκ του Brooklyn. Με μια πλήρως αποτυχημένη ζωή έξω, πάνω στην πίστα είναι ο βασιλιάς και ο σπουδαιότερος όλων. 



Με αυτόν τον ρόλο ο John Travolta εδραιώθηκε στο κινηματογραφικό στερέωμα, μιας και πιο πριν ήταν γνωστός σε μια τηλεοπτική σειρά. Για τον ρόλο του βέβαια χρειάστηκε να τρέχει καθημερινά πάνω από 2 μίλια και να χορεύει για πάνω από 3 ώρες για να αποκτήσει την απαιτούμενη φόρμα, σε σημείο να χάσει και αρκετά κιλά. Η Donna Pescow παραλίγο να μην πάρει τον ρόλο, διότι ήταν υπερβολικά όμορφη. Αναγκάστηκε να πάρει 20 κιλά και να αλλάξει εντελώς την προφορά της για να φτάσει τις απαιτήσεις του συγκεκριμένου ρόλου. 
Για τον ρόλο του Joey πέρασαν από οντισιόν οι Ray Liota και David Caruso. Για τον ρόλο της Stephanie επικρατέστερες ήταν οι Jessica Lang, Kathleen Quinlan , Carry Fisher, Amy Irving, μα τελικά κατέληξαν στην Karen Lynn Gorney. Στην ταινία εκτός από τον John Travolta συμμετείχαν και η Helen Travolta (μητέρα του) και η Ann Ttavolta (αδερφή του) σε πολύ μικρούς ρόλους. Ήταν το ντεμπούτο της γνωστής ‘’νταντάς’’ Fran Drescher, στον ρόλο της Conni, η οποία αργότερα παραδέχτηκε πως στην σκηνή του χορού με τον Travolta δεν φορούσε εσώρουχο. Ντεμπούτο ήταν και για την Donna Pescow, όπως και για σχεδόν το μισό καστ της ταινίας.



Αρχικά ο τίτλος της ταινίας ήταν Saturday Night, μια κομμένη εκδοχή του άρθρου που είχε βασιστεί επάνω. Οι συντελεστές όμως επηρεασμένοι από το τραγούδι των Bee Gees ‘’Night Fever’’, άλλαξαν τον τίτλο. Την ταινία ξεκίνησε αρχικά να την σκηνοθετεί ο John G. Avildsen, αλλά λόγω διαφωνιών με τον παραγωγό απολύθηκε. Ο Avildsen ήταν ο σκηνοθέτης του Rocky, εξού και η αφίσα στο δωμάτιο του πρωταγωνιστή. Σχεδόν εξολοκλήρου η ταινία γυρίστηκε σε σημεία του Brooklyn της Νέας Υόρκης. 
Πολλές φορές υπήρχε πρόβλημα από θαυμάστριες του Travolta (από την σειρά που έπαιζε), που με τα ουρλιαχτά τους χαλούσαν το γύρισμα. Η παραγωγή σε κάποιο σημείο καθυστέρησε λόγω του θανάτου της τότε κοπέλας του Travolta (και 20 χρόνια περίπου μεγαλύτερης του) Diana Hyland. Επίσης μια τοπική μαφιόζικη οργάνωση θέλοντας να εκβιάσει προστασία στους συντελεστές, τοποθέτησε μια μικρή βόμβα στο μαγαζί που γινόντουσαν τα γυρίσματα, χωρίς να πάθεις κάποιος κακό.



Οι περισσότερες χορευτικές κινήσεις στις σκηνές του Travolta, έχουν τραβηχτεί από απόσταση και όχι σε κοντινό πλάνο ύστερα από απαίτηση του ίδιου του ηθοποιού. Ο ίδιος επίσης ήθελε το κοστούμι του να είναι μαύρο, αλλά από την παραγωγή του επισήμαναν πως λόγω της σκοτεινής ατμόσφαιρας της ντισκοτέκ, όλοι θα πρόσεχαν την παρτενέρ του με το κόκκινο φανταχτερό φόρεμα και έτσι επιλέχτηκε το πασίγνωστο και ανυπέρβλητο λευκό κοστούμι. Αξίζει να σημειωθεί πως σε δημοπρασία το συγκεκριμένο κοστούμι πωλήθηκε για 145,000$. 
Στην σκηνή που ο πατέρας του Tony τον χτυπάει στο κεφάλι, η απάντηση του Travolta ‘’Just watch the hair’’ και η όλη σκηνή μετά, ήταν αυθόρμητη εκτός σεναρίου και δεν κόπηκε γιατί ο ίδιος ήταν πολύ πειστικός στον ρόλο του. Όπως και το ότι η Connie πιάνει τον πισινό του Tony πάλι ήταν αυτοσχεδιασμός της Drescher που έμεινε εντός ταινίας.



Η ταινία βγήκε σε δυο κόπιες, πρώτα σε ακατάλληλη λόγω αναφορών σε σεξ, βία, ναρκωτικά και υβρεολόγια (ήταν η πρώτη μεγάλη παραγωγή που χρησιμοποιήθηκε ο όρος blow job) και πιο μετά σε μια κατάλληλη, ώστε να καταφέρει περισσότερος κόσμος να εκτιμήσει το χορευτικό ταλέντο του Travolta και την υπέροχη μουσική. Αν και δεν το περίμεναν αρκετοί, η ταινία κατάφερε να αποκομίσει κέρδη του ύψους των 237,000,000$ παγκοσμίως. Ήταν υποψήφια για αρκετά βραβεία, κατάφερε να αποκομίσει μόλις 4, με πιο γνωστό από όλα ένα βραβείο Grammy. 
Το OST της ταινίας με τα τραγούδια των Bee Gees, έγινε απίστευτη επιτυχία και είναι ακόμα και τώρα σε αυτά με τις περισσότερες πωλήσεις, φτάνοντας τις 20.000.000, όντας Νο1 για 6 χρόνια μέχρι που ξεπεράστηκε από το ‘’Thriller’’ του Μάικλ Τζάκσον. Τέλος να αναφέρουμε πως το 1983 γυρίστηκε το όχι και τόσο επιτυχημένο sequel της ταινίας με τίτλο ‘’Staying Alive” με πρωταγωνιστή και πάλι τον Travolta και σκηνοθέτη και σεναριογράφο τον Sylvester Stalone.



Ταινία : Saturday Night Fever

Είδος : Μουσική/Δραματική
Έτος : 1977

Χώρα : Αμερική
Γλώσσα : Αγγλικά/Ιταλικά

Σκηνοθεσία : John Badham
Σενάριο : Norman Wexler
Πρωταγωνιστές: John Travolta, Karen Lynn Gorney, Barry Miller

Διάρκεια : 115’ Λεπτά
Trailer : https://www.youtube.com/watch?v=bq4ZMKqWk80


Πλοκή :  Ένας έφηβος του Μπρούκλιν αισθάνεται πως η μόνη του ευκαιρία να πετύχει στη ζωή του, είναι να γίνει ο βασιλιάς της ντίσκο. Τα ανέμελα νιάτα του και ο χορός το Σαββατοκύριακο θα τον βοηθήσουν να ξεχάσει την πραγματικότητα της ζοφερής ζωής του.



Κριτική : Η σκηνή στην αρχή της ταινίας, όπου ο Travolta περπατά στον δρόμο στο ρυθμό του τραγουδιού Staying Alive, έχει μείνει στην ιστορία. Οι χορευτικές κινήσεις του στην πίστα έχουν γίνει από τότε αντικείμενο μίμησης από όλους μας, όχι μόνο στις πίστες αλλά και σε άλλες ταινίες. Μια ταινία σταθμός στο είδος της με έναν Travolta να κλέβει κυριολεκτικά την παράσταση με τις χορευτικές του ικανότητες, να γίνεται σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς και όχι τόσο με τις υποκριτικές του, με την μεταμόρφωσή του από υπάλληλος και ανώριμος νέος, με μια ταραχώδη καθημερινότητα, σε απόλυτο βασιλιά της πίστας την νύχτα. 
Η ιστορία δεν μένει μόνο στις μοναδικές εκπληκτικές χορογραφίες αλλά έχει και ένα κάποιο βάθος, δίνοντας έτσι και μια δραματική χροιά, αποτυπώνοντας με ακρίβεια τις ανησυχίες μιας ολόκληρης γενιάς που προσπαθεί να ξεφύγει από την τετριμμένη δύσκολη ζωή της αφάνειας και της ρουτίνας. Οικογενειακά δράματα, νεανικά προβλήματα, έρωτες, απογοητεύσεις, σεξ και βία. Μια τάση περιθωριακή, μια παρακμιακή αστική κουλτούρα, ένα συνονθύλευμα ναρκισσισμού, χαμηλής αυτοπεποίθησης και ψευδαίσθησης που οδηγεί σε ακραία αποτελέσματα.  
Έχει στυλ, έχει ίχνη ρομάντζου, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών δεν θα έλεγα πως έχουν ιδιαίτερο βάθος, αλλά στην τελική αυτό που μετράει και είναι το μεγαλύτερο ατού της ταινίας είναι η μουσική. Σίγουρα δεν είναι υπερπαραγωγή και σίγουρα δεν είναι ότι καλύτερο έχει να μας δώσει εκείνη η εποχή. Αλλά για το είδος της είναι μοναδική και αδιαμφισβήτητα κλασική. 
Βαθμολογία :  7/10
Panos “The Mechanic”
#cinethismos